Ο σιδηροδρομικός διάδρομος Κίνας-Ιράν

Τα εγκαίνια του σιδηροδρομικού διαδρόμου Κίνας-Ιράν τον Ιούνιο του 2025, που συνδέει το Ουρούμτσι στην επαρχία Σιντζιάνγκ της Κίνας με την Τεχεράνη μέσω Κεντρικής Ασίας και Τουρκμενιστάν, αντιπροσωπεύουν μια καθοριστική εξέλιξη στο παγκόσμιο εμπόριο και στη γεωπολιτική. Εκτεινόμενος σε περίπου 4.000 χιλιόμετρα, αυτός ο διάδρομος, ενσωματωμένος στην Πρωτοβουλία Μιας Ζώνης και Ενός Δρόμου (BRI) της Κίνας, μειώνει δραστικά τους χρόνους διέλευσης από 40 ημέρες διά θαλάσσης σε μόλις 15 ημέρες, παρακάμπτοντας κρίσιμα ναυτικά «σημεία πνιγμού» όπως το Στενό της Μαλάκα και το Στενό του Ορμούζ. Διευκολύνοντας τη μεταφορά κινεζικών αγαθών στην Ευρώπη και ιρανικού πετρελαίου στην Κίνα, ο διάδρομος αμφισβητεί τη κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών επί των παγκόσμιων ναυτιλιακών δρόμων, ανασχηματίζοντας τη συνδεσιμότητα της Ευρασίας. Η πρόσφατη κλιμάκωση των εντάσεων μετά την επίθεση του Ισραήλ στην Τεχεράνη στις 13 Ιουνίου 2025, στοχεύοντας πυρηνικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις, εισάγει σημαντικές πολυπλοκότητες στις στρατηγικές και επιχειρησιακές προοπτικές του διαδρόμου.

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟΥ ΔΙΑΔΡΟΜΟΥ

Ο σιδηροδρομικός διάδρομος Κίνας-Ιράν είναι ένα έργο του σχεδίου BRI, που ξεκίνησε το 2013 για να ενισχύσει την παγκόσμια συνδεσιμότητα μέσω επενδύσεων σε υποδομές. Ο διάδρομος συνδέει το Γίγου στην επαρχία Τσετσιάνγκ με τη πόλη Κομ του Ιράν, διασχίζοντας το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν. Σύμφωνα με την China Railway Corporation, έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει πάνω από 10 εκατομμύρια τόνους αγαθών ετησίως έως το 2030, για να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση από τις αγορές της Ευρασίας και της Μέσης Ανατολής. Η αποδοτικότητα του διαδρόμου—που αποδείχθηκε από το εμπορικό τρένο της 1ης Ιουνίου 2025, που μετέφερε 150 εμπορευματοκιβώτια με ηλιακούς συλλέκτες από το Σιάν στο ξηρό λιμάνι Απρίν της Τεχεράνης—προσφέρει μια ανταγωνιστική εναλλακτική στις θαλάσσιες οδούς, μειώνοντας τους χρόνους διέλευσης και το κόστος για αγαθά υψηλής αξίας.

Για την Κίνα, ο διάδρομος αντιμετωπίζει το «δίλημμα της Μαλάκα», μια στρατηγική ευπάθεια που επισημάνθηκε από τον πρώην Πρόεδρο Χου Τζιντάο το 2003. Περίπου το 80% των πετρελαϊκών εισαγωγών της Κίνας και το 60% του ναυτιλιακού της εμπορίου περνούν μέσω του Στενού της Μαλάκα, ενός «σημείου πνιγμού» υπό τον έλεγχο του Αμερικανικού Ναυτικού και των συμμάχων του, συμπεριλαμβανομένων της Σιγκαπούρης και της Ινδίας. Ένας πιθανός ναυτικός αποκλεισμός σε αυτή την περιοχή θα μπορούσε να παραλύσει την κινεζική οικονομία, καθιστώντας κρίσιμες τις χερσαίες εναλλακτικές, όπως ο σιδηροδρομικός διάδρομος για την ενεργειακή ασφάλεια και τη διαφοροποίηση του εμπορίου. Συνδεόμενος με τα ιρανικά πετρελαϊκά κοιτάσματα, ο διάδρομος εξασφαλίζει σταθερή προμήθεια ενέργειας χωρίς εξάρτηση από ευάλωτες θαλάσσιες οδούς.

Για το Ιράν, ο διάδρομος είναι μια ζωτική οικονομική σωσίβιος λέμβος, εν μέσω αυστηρών δυτικών κυρώσεων που περιορίζουν την πρόσβασή του στις παγκόσμιες ναυτιλιακές και χρηματοπιστωτικές αγορές. Ο σιδηροδρομικός διάδρομος επιτρέπει στο Ιράν να εξάγει πετρέλαιο στην Κίνα χωρίς να πλοηγηθεί σε υπό αμερικανικό έλεγχο νερά, όπως το Στενό του Ορμούζ, όπου ο Πέμπτος Στόλος των ΗΠΑ διατηρεί κυρίαρχη παρουσία. Ο διάδρομος επίσης τοποθετεί το Ιράν ως κεντρικό κόμβο στο ευρασιατικό εμπόριο, διευκολύνοντας τη ροή αγαθών μεταξύ Ασίας και Ευρώπης. Αυτό ευθυγραμμίζεται με την εξωτερική πολιτική του Ιράν, η οποία δίνει προτεραιότητα στην ενσωμάτωση σε περιφερειακά δίκτυα μεταφορών και στην εμβάθυνση των δεσμών με μη-δυτικές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία.

Ο διάδρομος υπόκειται στη στρατηγική εταιρική συμφωνία 25 ετών Κίνας-Ιράν του 2021, η οποία περιλαμβάνει έως 400 δισεκατομμύρια δολάρια σε κινεζικές επενδύσεις στους τομείς υποδομών, ενέργειας και τεχνολογίας του Ιράν. Βασικοί παράγοντες, όπως η China Development Bank, η Export-Import Bank of China, και η China Railway Construction Corporation (CRCC), έχουν χρηματοδοτήσει και κατασκευάσει τον διάδρομο, ενώ η Islamic Republic of Iran Railways (RAI) έχει εναρμονίσει τα εγχώρια σιδηροδρομικά πρότυπα με τα διεθνή, για να εξασφαλίσουν απρόσκοπτες λειτουργίες. Η συνάντηση της 12ης Μαΐου 2025 στην Τεχεράνη μεταξύ σιδηροδρομικών αξιωματούχων από την Κίνα, το Ιράν, το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Τουρκμενιστάν και την Τουρκία υπογράμμισε την κοινή προσπάθεια για την ενσωμάτωση του διαδρόμου σε ένα ευρύτερο ευρασιατικό σιδηροδρομικό δίκτυο.

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Ο σιδηροδρομικός διάδρομος Κίνας-Ιράν αμφισβητεί θεμελιωδώς την υπό αμερικανική ηγεσία παγκόσμια ναυτιλιακή τάξη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διατηρήσει στρατηγικό έλεγχο επί των βασικών θαλάσσιων οδών, αξιοποιώντας τις ναυτικές τους βάσεις στη Σιγκαπούρη και το Μπαχρέιν για να παρακολουθούν και ενδεχομένως, για να παρεμποδίσουν το κινεζικό και ιρανικό εμπόριο. Το Στενό της Μαλάκα και το Στενό του Ορμούζ λειτουργούν ως γεωπολιτικοί μοχλοί, επιτρέποντας στις ΗΠΑ να ασκήσουν πίεση μέσω επιβολής κυρώσεων ή ναυτικών αποκλεισμών. Ο σιδηροδρομικός διάδρομος, ωστόσο, προσφέρει μια χερσαία εναλλακτική πέρα από την αμερικανική εμβέλεια, μειώνοντας την αποτελεσματικότητα αυτών των μοχλών και ευθυγραμμιζόμενος με τη θεωρία του Χάλφορντ Μακίντερ ότι ο έλεγχος της Ευρασιατικής Καρδιάς είναι καθοριστικός για την παγκόσμια κυριαρχία.

Ο διάδρομος ενισχύει τον αναδυόμενο άξονα Κίνας-Ιράν-Ρωσίας, που επιδιώκει να αντισταθεί στη δυτική επιρροή μέσω εναλλακτικών οικονομικών και εμπορικών πλαισίων. Σε συνδυασμό με τον Διεθνή Διάδρομο Μεταφορών Βορρά-Νότου (INSTC), που υποστηρίζεται από τη Ρωσία, και συνδέοντας με τη διαδρομή Κίνα-Καζακστάν-Ουζμπεκιστάν-Τουρκμενιστάν-Ιράν-Τουρκία/Ευρώπη, ο διάδρομος ενισχύει την ευρασιατική συνδεσιμότητα. Οι χώρες της Κεντρικής Ασίας αποκτούν πρόσβαση σε ιρανικά λιμάνια, μειώνοντας την εξάρτησή τους από τις υπό δυτικό έλεγχο ναυτιλιακές οδούς και προωθώντας την οικονομική ενσωμάτωση.

Ο διάδρομος επίσης συμπληρώνει άλλες σινο-ιρανικές προσπάθειες να παρακαμφθούν οι δυτικές κυρώσεις. Το Ιράν και η Ρωσία έχουν αναπτύξει ένα διατραπεζικό σύστημα μεταφορών χρησιμοποιώντας ρούβλια και ριάλ, επιτρέποντας εμπόριο χωρίς εξάρτηση από το SWIFT ή άλλα δυτικά χρηματοπιστωτικά δίκτυα. Ο σιδηροδρομικός διάδρομος επεκτείνει αυτή την ανθεκτικότητα στο φυσικό εμπόριο, παρέχοντας ένα ασφαλές κανάλι για ροές αγαθών και ενέργειας. Αυτή η εξέλιξη αμφισβητεί την ικανότητα των ΗΠΑ να απομονώσουν οικονομικά το Ιράν και υπογραμμίζει τον ρόλο της Κίνας ως αντίβαρο στη δυτική ηγεμονία.

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΙΣΡΑΗΛ-ΙΡΑΝ

Η σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν, κλιμακωμένη από την επίθεση του Ισραήλ στην Τεχεράνη στις 13 Ιουνίου 2025, στοχεύοντας πυρηνικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις, εισάγει σημαντικούς κινδύνους, αλλά και ευκαιρίες για τον σιδηροδρομικό διάδρομο Κίνας-Ιράν. Οι εκρήξεις που προκλήθηκαν στην Τεχεράνη και στο Τελ Αβίβ και η δυνητική συνέχιση της σύγκρουσης σε μακροχρόνιο ορίζοντα, σηματοδοτούν μια εμβάθυνση της σύγκρουσης που θα μπορούσε να ανασχηματίσει το επιχειρησιακό και στρατηγικό τοπίο του διαδρόμου.

Η σύγκρουση θέτει άμεσους επιχειρησιακούς κινδύνους για τον διάδρομο. Ο κρίσιμος ρόλος του Ιράν ως δυτικός τερματικός σταθμός, καθιστά τις σιδηροδρομικές του υποδομές, συμπεριλαμβανομένων κόμβων όπως το ξηρό λιμάνι Απρίν της Τεχεράνης, πιθανούς στόχους για ισραηλινά χτυπήματα που στοχεύουν στη διακοπή των οικονομικών και στρατηγικών ικανοτήτων του Ιράν. Ζημιές σε σιδηροδρομικές γραμμές, σταθμούς ή τροχαίο υλικό θα μπορούσαν να διακόψουν τις ροές εμπορευμάτων, υπονομεύοντας την αξιοπιστία του διαδρόμου. Επιπλέον, η στρατιωτική κινητοποίηση του Ιράν ως απάντηση στην επίθεση μπορεί να εκτρέψει πόρους από τη συντήρηση και επέκταση υποδομών, καθυστερώντας προγραμματισμένες αναβαθμίσεις για να χειριστεί αυξημένους όγκους εμπορευμάτων.

Η σύγκρουση επίσης απειλεί την πολιτική σταθερότητα των χωρών της Κεντρικής Ασίας κατά μήκος του διαδρόμου. Το Καζακστάν και το Τουρκμενιστάν, ενώ είναι σχετικά ουδέτερα, αντιμετωπίζουν πιέσεις από την περιφερειακή αστάθεια. Αυξημένα μέτρα ασφαλείας ή διασυνοριακές εντάσεις θα μπορούσαν να περιπλέξουν τις τελωνειακές συμφωνίες και τον τεχνικό συντονισμό, ήδη αναγκαίο από τα διαφορετικά σιδηροδρομικά εύρη (1.520 mm στο Καζακστάν έναντι 1.435 mm στο Ιράν) και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις. Η ανάγκη για συνεχείς αναβαθμίσεις υποδομών σε αυτές τις χώρες προσθέτει περαιτέρω πολυπλοκότητα, καθώς η χρηματοδότηση και η πολιτική βούληση μπορεί να μειωθούν εν μέσω περιφερειακής αβεβαιότητας.

Η σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν ενισχύει τη στρατηγική σημασία του διαδρόμου υπογραμμίζοντας τον ρόλο του Ιράν ως βασικού εταίρου στη πρωτοβουλία BRI της Κίνας.

Ωστόσο, η σύγκρουση κινδυνεύει να προκαλέσει αυξημένη δυτική παρέμβαση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ευθυγραμμισμένες με το Ισραήλ, μπορεί να κλιμακώσουν τις προσπάθειες για να αντισταθούν στην εταιρική σχέση Κίνας-Ιράν, ενδεχομένως μέσω αυστηρότερων κυρώσεων στις ιρανικές σιδηροδρομικές λειτουργίες ή διπλωματικής πίεσης στις χώρες της Κεντρικής Ασίας να περιορίσουν τη συνεργασία. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους προωθούν ήδη τον Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης (IMEC), που συνδέει την Ινδία με την Ευρώπη μέσω των ΗΑΕ, Σαουδικής Αραβίας, Ιορδανίας και Ισραήλ. Ξεκινώντας το 2023, ο IMEC στοχεύει να αντισταθεί στο σχέδιο BRI προσφέροντας μια δυτικά ευθυγραμμισμένη εναλλακτική, αξιοποιώντας τη στρατηγική θέση του Ισραήλ. Αν η σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν διαταράξει τον διάδρομο Κίνας-Ιράν, ο IMEC θα μπορούσε να κερδίσει έδαφος ως πιο σταθερή εμπορική οδός, εκτρέποντας ροές από την Ευρασία.

Η στάση της Κίνας στη σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν θα διαμορφώσει το μέλλον του διαδρόμου. Το Πεκίνο έχει ιστορικά υιοθετήσει μια ουδέτερη στάση στις συγκρούσεις της Μέσης Ανατολής, δίνοντας προτεραιότητα σε οικονομικές εταιρικές σχέσεις έναντι μιας στρατιωτικής εμπλοκής. Ωστόσο, η επίθεση στο Ιράν, έναν βασικό εταίρο της BRI, μπορεί να προτρέψει την Κίνα να εμβαθύνει την υποστήριξή της στην Τεχεράνη. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει αυξημένες επενδύσεις σε σιδηροδρομικές υποδομές, τεχνική βοήθεια για εναρμόνιση προτύπων, ή διπλωματικές προσπάθειες για σταθεροποίηση της περιοχής. Η σινο-ιρανική συμφωνία του 2021 παρέχει ένα πλαίσιο για τέτοια υποστήριξη, με την Κίνα πιθανόν να δώσει προτεραιότητα στη συνέχεια του διαδρόμου για να εξασφαλίσει τα ενεργειακά και εμπορικά της συμφέροντα.

Η επιρροή της Κίνας στην Κεντρική Ασία προσφέρει ένα προστατευτικό φράγμα έναντι της περιφερειακής αστάθειας. Η συμφωνία του Μαΐου 2025 μεταξύ Κίνας, Ιράν, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν και Τουρκίας αποδεικνύει την ικανότητα του Πεκίνου να προωθήσει τη πολυμερή συνεργασία. Επενδύοντας σε αναβαθμίσεις υποδομών—όπως εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού δικτύου του Καζακστάν ή τυποποίηση εύρους—η Κίνα μπορεί να μετριάσει επιχειρησιακές προκλήσεις. Επιπλέον, η οικονομική μόχλευση της Κίνας, μέσω ιδρυμάτων όπως η Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων Υποδομών (AIIB), μπορεί να παρακινήσει τις χώρες της Κεντρικής Ασίας να δώσουν προτεραιότητα στον διάδρομο παρά τις περιφερειακές εντάσεις.

ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ

Ο σιδηροδρομικός διάδρομος Κίνας-Ιράν αντιμετωπίζει σημαντικές επιχειρησιακές και γεωπολιτικές προκλήσεις. Οι περιορισμοί υποδομών στην Κεντρική Ασία, συμπεριλαμβανομένων παλαιωμένων σιδηροδρομικών συστημάτων και ασυνεπών εύρους, απαιτούν σημαντικές επενδύσεις, εκτιμώμενες σε 5 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030 για αναβαθμίσεις κατά μήκος της διαδρομής. Η πολιτική αστάθεια, επιδεινωμένη από τη σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν, θα μπορούσε να διαταράξει τον διασυνοριακό συντονισμό, όπως φάνηκε σε παρελθούσες καθυστερήσεις λόγω τελωνειακών διαφορών μεταξύ Ουζμπεκιστάν και Τουρκμενιστάν. Επιπλέον, η φορτωτική ικανότητα του διαδρόμου, παρόλο που αυξάνεται, παραμένει κλάσμα των 144 εκατομμυρίων τόνων που διέρχονται ετησίως από το Στενό της Μαλάκα, περιορίζοντας την άμεση επίδρασή του ως ναυτιλιακή εναλλακτική.

Ανταγωνιστικές πρωτοβουλίες περιπλέκουν περαιτέρω τις προοπτικές του διαδρόμου. Ο IMEC, υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ, την Ινδία και την ΕΕ, στοχεύει να μειώσει την εξάρτηση από τη Διώρυγα του Σουέζ και να αντισταθεί στην BRI της Κίνας. Αξιοποιώντας τη στρατηγική θέση του Ισραήλ, ο IMEC θα μπορούσε να εκτρέψει εμπορικές ροές αν ο διάδρομος Κίνας-Ιράν αντιμετωπίσει διαταραχές. Το έργο Development Road της Τουρκίας, που συνδέει τον Περσικό Κόλπο με την Ευρώπη μέσω Ιράκ και Τουρκίας, επίσης είναι ανταγωνιστικό για την κυριαρχία του ευρασιατικού εμπορίου. Ανακοινωμένο το 2024, αυτό το έργο στοχεύει να μεταφέρει 15 εκατομμύρια τόνους αγαθών ετησίως έως το 2030, προκαλώντας το μερίδιο αγοράς του διαδρόμου Κίνας-Ιράν.

Περιβαλλοντικές και οικονομικές προκλήσεις επίσης αξίζουν εξέτασης. Η σιδηροδρομική μεταφορά, ενώ είναι ταχύτερη, είναι πιο δαπανηρή από τη ναυτιλιακή για χύδην εμπορεύματα. Επιπλέον, οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως οι εκπομπές άνθρακα από τρένα που λειτουργούν με ντίζελ, θα μπορούσαν να προκαλέσουν προβλήματα καθώς οι παγκόσμιες πιέσεις βιωσιμότητας αυξάνονται.

Στρατηγικά, ο διάδρομος είναι ανατρεπτικός, προσφέροντας στην Κίνα και το Ιράν μέσα να παρακάμψουν υπό αμερικανικό έλεγχο ναυτιλιακές οδούς, ενισχύοντας την αυτονομία και ανθεκτικότητά τους. Η σύνδεση του με το INSTC και το ευρύτερο δίκτυο BRI ενισχύει τη γεωπολιτική του επίδραση, τοποθετώντας την Ευρασία ως κεντρικό κόμβο σε έναν πολυπολικό κόσμο. Ωστόσο, η σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν εισάγει κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων πιθανών ζημιών σε υποδομές και περιφερειακής αστάθειας, που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την αξιοπιστία του.

Επιχειρησιακά, η αποδοτικότητα του διαδρόμου—που αποδείχθηκε από τον χρόνο διέλευσης 15 ημερών—προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για αγαθά υψηλής αξίας. Οι επενδύσεις σε υποδομές και τεχνική εναρμόνιση προχωρούν, αλλά προκλήσεις όπως διαφορές εύρους και γραφειοκρατικές αναποτελεσματικότητες επιμένουν. Η ικανότητα του διαδρόμου να χειριστεί 10 εκατομμύρια τόνους έως το 2030 είναι φιλόδοξη αλλά εφικτή με βιώσιμη επένδυση. Συγκρινόμενος με ναυτιλιακές οδούς, το υψηλότερο κόστος του διαδρόμου αντισταθμίζεται από την ταχύτητα και ασφάλειά του.

Γεωπολιτικά, ο διάδρομος ενισχύει τον άξονα Κίνας-Ιράν-Ρωσίας, αντιστεκόμενος στη δυτική επιρροή. Ωστόσο, ανταγωνιστικές πρωτοβουλίες όπως ο IMEC και το έργο Development Road της Τουρκίας θέτουν απειλές, ειδικά αν περιφερειακές συγκρούσεις διαβρώσουν την εμπιστοσύνη στη σταθερότητα του διαδρόμου. Η διπλωματική και οικονομική μόχλευση της Κίνας στην Κεντρική Ασία θα είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της επιχειρησιακής συνέχειας.

Ο σιδηροδρομικός διάδρομος Κίνας-Ιράν αναβιώνει τη θεωρία της Ευρασιατικής Καρδιάς του Μακίντερ, τοποθετώντας τον έλεγχο των χερσαίων οδών ως κεντρικό στην παγκόσμια ισχύ. Συνδέοντας Ασία και Ευρώπη, ο διάδρομος μειώνει την εξάρτηση από τον δυτικό έλεγχο και τις ναυτιλιακές οδούς, προωθώντας μια πολυπολική παγκόσμια τάξη. Για την Ευρώπη, ο διάδρομος προσφέρει ταχύτερη εμπορική πρόσβαση αλλά δημιουργεί διλήμματα, καθώς η ευθυγράμμιση με την πρωτοβουλία BRI κινδυνεύει να επιβαρύνει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Η σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν υπογραμμίζει αυτή την ένταση, αναδεικνύοντας τον καθοριστικό ρόλο του Ιράν και την ευπάθεια του διαδρόμου στην περιφερειακή αστάθεια.

 

Θάνος Σεραλίδης
+ posts