Στο πολύπλοκο δίκτυο της παγκόσμιας χρηματοδότησης, το οικονομικό τοπίο της Αφρικής υφίσταται μια βαθιά μεταμόρφωση. Το φράγκο CFA, οι γαλλικές τράπεζες και ιδρύματα όπως ο Γαλλικός Οργανισμός Ανάπτυξης (AFD) και η Bpifrance υποχωρούν έναντι ποικίλων εναλλακτικών. Οι τελευταίες αφορούν διασυνοριακά ψηφιακά νομίσματα, παν-αφρικανικές τράπεζες και ανταγωνιστές από την Κίνα και τον Κόλπο, διαμορφώνοντας μια εικόνα ρεαλιστικής διαφοροποίησης από τη γαλλική επιρροή.
Από τον Σεπτέμβριο του 2025, πρόσφατες εξελίξεις—όπως η ανακοίνωση της Σενεγάλης να αποχωρήσει από το φράγκο CFA και η εκτίναξη των κερδών της Ecobank—υπογραμμίζουν αυτή την αποδυνάμωση, σηματοδοτώντας τη στροφή της Αφρικής προς την πολυπολικότητα.
Στον πυρήνα αυτής της αναδιάταξης βρίσκεται η νομισματική κυριαρχία, που για καιρό συνδέεται με το φράγκο CFA. Δημιουργημένο τη δεκαετία του 1940 ως αποικιακό κατάλοιπο, το CFA—που χρησιμοποιείται από 14 χώρες στη Δυτική και Κεντρική Αφρική—συνδέεται με το ευρώ και απαιτεί από τα κράτη-μέλη να καταθέτουν το 50% των συναλλαγματικών αποθεμάτων στο γαλλικό Υπουργείο Οικονομικών, έναν νεοαποικιακό μηχανισμό, Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια εξασθένιση της κυρίαρχης θέσης του CFA, με εναλλακτικές όπως το eNaira της Νιγηρίας και τα σταθερά νομίσματα με βάση τον χρυσό, να αναδύονται, δείχνοντας ιδιαίτερη δυναμική. Αν και η υιοθέτηση του ψηφιακού γουάν στις λιμενικές συναλλαγές Μπενίν- Καμερούν παραμένει βασική και εν μέρει κερδοσκοπική, υπάρχουν και ευρύτερες τάσεις προς αυτή τη κατεύθυνση . Τον Απρίλιο του 2025, η Σενεγάλη διακήρυξε την πρόθεσή της να εγκαταλείψει το CFA, επικαλούμενη την εθνική οικονομική κυριαρχία, καθώς η κυβέρνηση του προέδρου Μπασιρού Ντιομαγιέ Φαγιέ προωθεί ένα εθνικό νόμισμα για την ενίσχυση του τοπικού εμπορίου. Αυτό αντανακλά την πολιτική δραστηριοποίηση που κορυφώθηκε τον Μάιο του 2025, όπου οικονομολόγοι και η κοινωνία των πολιτών συσπειρώθηκαν ενάντια στις «αποικιακές συνέχειες» του CFA, απαιτώντας πλήρη έλεγχο των συναλλαγματικών αποθεμάτων.
Οι κυβερνήσεις των χωρών του Σαχέλ στο Μάλι, τον Νίγηρα και την Μπουρκίνα Φάσο—έχοντας διακόψει τους στρατιωτικούς δεσμούς με τη Γαλλία το 2023-2024—έχουν συσσωρεύσει πρωτοφανή αποθέματα χρυσού, προστατεύοντας τα από την αστάθεια του CFA και χρηματοδοτώντας συμμαχίες με τη Ρωσία και την Κίνα. Το eNaira της Νιγηρίας, που ξεκίνησε το 2021, διευκολύνει τις διασυνοριακές πληρωμές, μειώνοντας το κόστος εμβασμάτων κατά 40% και εμπνέοντας παρόμοια CBDCs σε Γκάνα και Νότια Αφρική. Παν-αφρικανικές πρωτοβουλίες, όπως το ψηφιακό νόμισμα ZiG της Ζιμπάμπουε το 2024, που υποστηρίζεται από χρυσό, διαφοροποιούν περαιτέρω τις επιλογές, αν και η επεκτασιμότητα παραμένει ως πρόκληση.
Αυτή η νομισματική εξέλιξη δεν είναι απλώς συμβολική· δίνει τη δυνατότητα στα κράτη να διαπραγματεύονται το εμπόριο σε τοπικά νομίσματα, μειώνοντας την επιρροή της Γαλλίας. Όπως επισημαίνεται, η υποχρεωτική ιδιοποίηση του 50% των αποθεμάτων του CFA, διοχέτευε κάποτε δισεκατομμύρια στο Παρίσι, αλλά αποχωρήσεις όπως αυτές από την ECOWAS της τριάδας των χωρών του Σαχέλ, σηματοδοτούν ένα σημείο καμπής. Μέχρι τα τέλη του 2025, προβλέψεις δείχνουν ότι η χρήση του CFA μπορεί να συρρικνωθεί κατά 15-20% στη Δυτική Αφρική, επιταχύνοντας το ενδοαφρικανικό εμπόριο στην AfCFTA.
Παράλληλα, ο τραπεζικός τομέας αποτυπώνει την υποχώρηση της Γαλλίας. Έχει αρχίσει να εμφανίζεται μια συστηματική απομάκρυνση τραπεζών όπως η Société Générale, η BNP Paribas και η Crédit Agricole, που έχουν αρχίσει να πουλούν μονάδες σε Μπουρκίνα Φάσο, Μοζαμβίκη και Νότια Αφρική από το 2023, στρέφοντας την προσοχή τους στις αγορές υψηλού κέρδους της Ευρώπης. Μέχρι τον Αύγουστο του 2025, το πρακτορείο Financial Afrik ανέφερε μείωση της έκθεσης των γαλλικών τραπεζών στην Αφρική κατά 25%, από τα υψηλά του 2020, λόγω των ανατροπών στο χώρο του fintech και των κανονιστικών κινδύνων.
Στο προσκήνιο εμφανίζεται η πρωτοπορία των παν-αφρικανικών τραπεζών. Η Ecobank, με έδρα το Τόγκο και παρουσία σε 35 χώρες, κατέγραψε αύξηση κερδών προ φόρων κατά 23% στα 398 εκατομμύρια δολάρια το πρώτο εξάμηνο του 2025, τροφοδοτούμενη από ψηφιακά εμβάσματα και δάνεια σε τοπικά νομίσματα. Η United Bank for Africa (UBA) και η Afreximbank ακολουθούν, με την τελευταία να διαθέτει 30 δισεκατομμύρια δολάρια σε χρηματοδότηση εμπορίου μέχρι το 2024, συχνά σε δολάρια ή γουάν, παρακάμπτοντας την ακαμψία του CFA. Οι μαροκινές τράπεζες, όπως η Attijariwafa Bank, αξιοποιώντας τη διπλωματική ουδετερότητα του Ραμπάτ, έχουν κατακτήσει το 15% του μεριδίου αγοράς στη Δυτική Αφρική, προσφέροντας ρεαλιστικές συμφωνίες μικρότερης διάρκειας. Τα βραβεία της Global Finance για το 2025 αναδεικνύουν την Standard Bank ως την καλύτερη της Αφρικής, επικαλούμενη τη βιώσιμη χρηματοδότηση 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ οι Zenith και Access Bank στοχεύουν σε ηπειρωτική επέκταση. Αυτή η πραγματιστική επανεξισορρόπηση περιθωριοποιεί τα γαλλικά χρηματοπιστωτικά εργαλεία, με τα τοπικά νομίσματα να έχουν αρχίσει να κυριαρχούν. Οι γαλλικές εταιρείες διοχετεύουν πλέον επενδύσεις μέσω της UBA ή της Ecobank, προάγοντας την αφρικανική ανάπτυξη που προβλέπεται στο 3,9% για το 2025.
Η θεσμική χρηματοδότηση αντικατοπτρίζει αυτή την αναδιάταξη. Η AFD, κάποτε απαραίτητη για υποδομές, δεσμεύτηκε για 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε αφρικανικά έργα το 2023, αλλά αντιμετωπίζει σκληρό ανταγωνισμό. Η Exim Bank της Κίνας, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, έχει δανείσει 182 δισεκατομμύρια δολάρια από το 2000, με συμφωνίες του 2025 να χρηματοδοτούν ορυχεία λιθίου στη Ναμίμπια και σιδηρόδρομους στην Κένυα—συχνά με ενσωματωμένες μεταφορές τεχνολογίας που απουσιάζουν από τις γαλλικές προσφορές. Το Φόρουμ για τη Συνεργασία Κίνας-Αφρικής 2025-2027 διοχετεύει 50 εκατομμύρια δολάρια μέσω της Παγκόσμιας Τράπεζας, στοχεύοντας στην πράσινη ενέργεια. Τα κρατικά ταμεία του Κόλπου από τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ, μαζί με την Ισλαμική Τράπεζα Ανάπτυξης, δίνουν προτεραιότητα σε συμφωνίες με βάση τις αρχές της Σαρία, ξεπερνώντας την εστίαση της Bpifrance στη βιομηχανία, εν μέσω «επιθετικών» προσφορών από Κορέα και Τουρκία. Η Παγκόσμια Πύλη της ΕΕ, που ξεκίνησε για να αντιμετωπίσει το Πεκίνο, δεσμεύεται για 150 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά υστερεί σε εκταμιεύσεις, όπως σημειώνεται σε μελέτη του GMF το 2024.
Αυτές οι αλλαγές έχουν σοβαρές συνέπειες. Για τη Γαλλία, η απώλεια απειλεί με πλήρη υποχώρηση στον τρίτο κόσμο. Ωστόσο, η προσαρμογή μέσω συνεργασιών θα μπορούσε να μετριάσει αυτή τη τάση. Για την Αφρική, η διαφοροποίηση υπόσχεται αυτονομία, αλλά κινδυνεύει με παγίδες χρέους από την Κίνα, όπου η διαφάνεια υστερεί.
Το γαλλικό χρηματοοικονομικό κεφάλαιο υποχωρεί, παραχωρώντας τη θέση του σε ένα μωσαϊκό δρώντων. Μέχρι το 2030, η χρηματοδότηση της Αφρικής μπορεί να είναι 60% μη δυτική, σύμφωνα με προβλέψεις της AfDB, προαναγγέλλοντας την άνοδο της εθνικής κυριαρχίας σε μια σειρά χωρών. Αυτή η εξέλιξη, αποτελεί μια ένδειξη της ανθεκτικότητας της Αφρικής σε έναν πολυπολικό κόσμο. Αλλά και μια απαρχή για πιθανές αλλαγές των παγκόσμιων συσχετισμών.